Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 8 Αυγούστου 2017

Κατανοούσα ότι ό Κύριος μού είχε προσφέρει ως ανεκτίμητο δώρο την Παναγία Παρθένο ως Μητέρα μου. Μέ όλη τη δύναμη της ψυχής μου απευθυνόμουν στήν Ύπεραγία Θεοτόκο, επαναλαμβάνοντας τά λόγια τής Παράκλησης: ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΕΛΑΧΒΑΡΤΖΙ. ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΙΡΑΝ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.











Ξαφνικά συνειδητοποιούσα ότι ήταν ή Μητέρα μου καί κοντά της μπορούσα νά έπιζητήσω προστασία καί να βρω παρηγοριά. Τά ίδια τά λόγια τού Κυρίου πάνω στον Σταυρό στην μητέρα, «γύναι, ίδε ό υιός σου», καί στόν υιό, «ιδού ή μήτηρ σου», αντηχούσαν στην καρδιά μου καί τα αντιλαμβανόμουν μέ έναν εντελώς νέο τρόπο. Κατανοούσα ότι ό Κύριος μού είχε προσφέρει ως ανεκτίμητο δώρο την Παναγία Παρθένο ως Μητέρα μου. Μέ όλη τη δύναμη της ψυχής μου απευθυνόμουν στήν Ύπεραγία Θεοτόκο, επαναλαμβάνοντας τά λόγια τής Παράκλησης:
«Και που, λοιπόν, άλλην εύρήσω άντίληψιν; που πρόσφυγω; πού δέ και σωθήσομαι; τίνα θέρμην έξω βοηθόν, θλίψεσι τού βίου και ζάλαις οίμοι! κλονούμενος; Εις σε μόνην ελπίζω, και θαρρώ και καυχώμαι, και προστρέχω τη σκέπη σου, σώσόν με... 


Έπίβλεψον έν εύμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, έπι την έμην χαλεπήν τού σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου τό άλγος».


Μέσα στήν άπόγνωσή της, ή ψυχή μου μάθαινε νά συμπονά τούς πονεμένους άνθρώπους. Γιά μιά στιγμή, πού όμως φαινόταν σάν ολόκληρη αιωνιότητα, ή άγωνία καί ό πόνος μέ μετέφεραν πέρα από τά όρια τού χρόνου καί του χώρου, στό μεταίχμιο ζωής καί θανάτου, έκεϊ όπου δεν μπορούσα νά διακρίνω τούς νεκρούς από τούς ζωντανούς.



Συγκεκριμένα πρόσωπα πού γνώριζα καί τά όποια είχαν άναχωρήσει μέ πολύ πόνο άπ’ αύτή τή ζωή, εμφανίζονταν μπροστά μου, μέσα στήν καρδιά μου, κι έγώ συμμετείχα στήν αγωνία καί τήν οδύνη τους. Τότε άρχισα νά συνειδητοποιώ βαθύτερα τήν εντολή τού Κυρίου: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ώς σεαυτόν».
Οί οδοί τού Κυρίου είναι παράδοξες! Μου φαινόταν πώς ό Θεός μέ είχε εγκαταλείψει. Προσευχόμουν, άλλά παρέμενε σιωπηλός. ’Έκρουα τήν θύρα, καί δέν άνοιγε. Ρωτούσα, δέν απαντούσε. ’Ένοιωθα ότι μέ είχε αφήσει μόνο...Κι όμως, ακριβώς μέσα από αυτό τό αίσθημα τής έγκατάλειψης από τόν Θεό, είχα τήν άπαρασάλευτη βεβαιότητα ότι ήμουν κοντά σέ Εκείνον πού είχε εγκαταλειφτεί μόνος πάνω στόν Σταυρό.




Κατά τή διάρκεια τεσσάρων περίπου χρόνων δοκιμασίας καί θλίψεων, όσο δηλαδή διήρκεσε ή συγγραφή αυτού τού βιβλίου, ή προσευχή του Χριστού στή Γεθσημανή ήταν ή ύψιστη καί μοναδική πηγή παρηγοριάς γιά τήν πληγωμένη μου καρδιά. Χωρίς τή ζωοπάροχο ενέργεια τών λόγων τού Χριστού, ή ψυχή μου άναμφίβολα θά χανόταν. Ένας άνθρωπος μόνος του δέν μπορεί νά βαστάξει τόσο πολλή αγωνία καί πόνο γιά τόσο πολύ καιρό... Ή έμπειρία τού προσωπικού μου μαρτυρίου μέ έκανε νά ταυτίζομαι μέ τον Κύριο, πού μέ αγωνία προσευχόταν στή Γεθσημανή, καί
«έγένετο ό ίδρώς αύτού ώσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες έπι τήν γήν». Τώρα καταλάβαινα ότι τόν πόνο και την απόγνωσή μου τά περιχωρούσε τό μαρτύριο του Χριστού, τίς ώρες πρίν από τό πάθος. Ό πόνος Του περιλάμβανε την αγωνία όλης τής άνθρωπότητας. τόν πόνο καί το μαρτύριο τού κάθε άνθρώπου - καί τόν δικό μου. Ή κατανόηση του μαρτυρίου του Χριστού με γέμιζε με ένα πρωτόγνωρο αίσθημα ταύτισης μέ Εκείνον, καί πνευματική ευφροσύνη πλημμύριζε όλη μου τήν ύπαρξη. Τό πνεύμα μου ένοιωθε βαθιά αγαλλίαση

Θυμόμουν τό μαρτύριό Του στή Γεθσημανή καί τίς πιο πολλές φορές ξεχνούσα τόν δικό μου πόνο, καθώς συνέπασχα μέ τόν Χριστό. Κι ενώ ανακαλούσα στή μνήμη μου την οδύνη καί τήν άγωνία Του, δεν μπορούσα νά καταλάβω αν ήταν Εκείνος πού έπασχε μαζί μέ μένα ή έγώ μέ Αυτόν.
Ξεχνούσα τόν πόνο μου καί ένοιωθα δέος μπροστά στό μεγαλείο τής θυσίας του Θεού γιά την ανθρωπότητα.


’Ώ, πόσο άφατο τό έλεος Σου, Θεέ μου! Πόσο πόνο ύπέμεινες στή Γεθσημανή, βαστάζοντας τόν πόνο καί τήν άγωνία όλων των ανθρώπων! Πόσο θαυμαστή καί ασύλληπτη είναι ή αγάπη Σου γιά τόν άνθρωπο! Έπαθες άδικα, Εσύ ό άναμάρτητος, καί δέχθηκες νά υποφέρεις γιά χάρη μας.
Τό μέγεθος τού πόνου Σου δέν μπορώ νά τό μετρήσω, μα μέσα από τή δοκιμασία μου -τόσο άσήμαντη σέ σχέση με τή δική Σου - μπόρεσα, κατά τό δυνατόν, νά τόν καταλάβω.



Ή ψυχή μου μέσα από τήν οδύνη ψηλάφησε τόν πόνο και τήν άγωνία Σου, άγγιξε τό θείο Πάθος. Πώς νά Σέ εύχαριστήσω γιά τήν άγάπη Σου γιά μένα; Σέ ξέρω καί Σ’ άγαπάω άκόμη πιό πολύ τώρα· διότι μέχρι αυτή τή στιγμή δεν είχα συλλάβει τό μεγαλείο τής θυσίας Σου. ’Ώ, θαύμα! Πόσο μεγαλειώδης είναι ή άγάπη Σου γιά τόν άνθρωπο! Πόσο θαυμαστό κι όμορφο είναι τό μαρτύριο γιά τόν Χριστό!
Κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, κατανοούσα ότι ή θεία  ένανθρώπηση καί τό πάθος είναι ό τελειότερος τρόπος ταύτισης τού Θεού μέ τόν πάσχοντα άνθρωπο. Ή γνήσια άγάπη κάνει κάποιον μέτοχο τού πόνου εκείνου πού άγαπά. Ό Θεός δέν αντέχει νά στέκεται παράμερα καί νά παρακολουθεί άπαθώς τό άγαπημένο Του δημιούργημα, τον άνθρωπο, νά υποφέρει. Ή άγάπη Του Τόν ωθεί νά ένεργήσει καί νά κάνει τό πάθος μας πάθος Του. Καί διά της Άναστάσεώς Του, όπως ό πατήρ Σωφρόνιος μέ εξαιρετικό τρόπο τό έκφράζει, κάνει τή ζωή Του ζωή μας καί μάς προσφέρει τή σωτηρία. Συμμετέχοντας στό θείο Πάθος, συμμετέχουμε καί στήν Ανάσταση. Καί διά τής Άναστάσεώς μπορούμε νά υπερβαίνουμε τόν θάνατο καί νά ζούμε αιώνια
έν Χριστώ.



Μέσα στήν άγωνία μου, προσπαθούσα νά βρω λέξεις προσευχής, γιά νά έκφράσω τόν πόνο τής ψυχής μου, και πάντοτε κατέληγα στους λόγους τού Κυρίου στή Γεθσημανή. Δέν μπορούσα νά βρω πιό έμπνευσμένα λόγια γιά να έκφραστώ. Όταν ένοιωθα τό βάρος τής θλίψης νά μέ πιέζει, μέ όλη μου τήν ψυχή στρεφόμουν στόν Θεό άπευθύνοντάς Του την προσευχή στη Γεθσημανή: «Πατέρα μου,αν είναι δυνατό, νά μην πιω αυτό τό ποτήρι· όμως, ας μη γίνει τό δικό μου θέλημα, αλλά τό δικό Σου». Καί εκεί, μέσα στήν απροσμέτρητη άβυσσο τής αγωνίας τού Χρίστου, ένοιωθα τεράστια πνευματική παρηγοριά.


Ό Χριστός είχε μιλήσει μέσα μου. Βαθιά μέσα στήν κόλαση τής έγκατάλειψης κι ένώ ήμουν στά πρόθυρα νά χάσω κάθε ελπίδα, άφουγκράσθηκα τόν Κύριο δίπλα μου να μου λέει: «Τί φοβάσαι, παιδί μου; Ακόμη κι αν πας στά έσχατα τής κόλασης, θά έλθω κι έγώ μαζί σου. Ακόμη κι εκεί θά είμαι μαζί σου καί θά σέ σώσω, γιατί είσαι δικόςμου καί σέ άγαπώ περισσότερο άπ’ όσο μπορείς νά φανταστείς». Καί ήξερα ότι αύτό πού ύποσχέθηκε ό Χριστός στόν άγιο άπόστολο Πέτρο, ότι οί πύλες τού άδη δέν μπορούν νά μάς συντρίψουν, είναι άπόλυτα άληθινό.


«Ιησού, καταπονούμενων ύπέρμαχος.
Ιησού, οδοιπόρων συνοδίτης.
Ιησού, των πλεόντων κυβερνήτης.
Ιησού, λιμήν χειμαζόμενων εϋδιος.
Ιησού, άνάστησόν με παραπεσόντα.
Ιησού, Υίέ Θεού, έλέησόν με».


Ο ΑΓΓΙΓΜΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΕΛΑΧΒΑΡΤΖΙ  ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΙΡΑΝ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: